ΟΙ ΘΕΡΜΟΠΥΛΕΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ:Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΔΥΟ ΠΥΡΟΒΟΛΑΡΧΙΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΑΓΙΑΣ ΜΑΡΙΝΑΣ-ΦΙΛΙΑΣ

Γράφει ο Σχης ε.α Νικόλαος Σκαρλάτος, τότε Υπολοχαγός, Διοικητής Πυροβολαρχίας της 183 Μοίρας Πεδινού Πυροβολικου 

Τη μνήμη του πολέμου τη συντηρούν κυρίως, συναισθήματα συνδεδεμένα με την αναμέτρηση της ζωής με το θάνατο. που δίνουν διάσταση στην έννοια της κοινωνικότητας και της πατρίδος. Όταν τις πρώτες ημέρες του Αυγούστου 1974, διαταχθήκαμε να μετακινηθούμε στην περιοχή της Αγίας Μαρίνας-Φιλιάς, δεν πιστεύαμε ότι θα επαληθεύονταν ο αρχαίος ιστορικός, Ξενοφών, ο οποίος ισχυρίζεται ότι: Ούτε το πλήθος, ούτε η ισχύς είναι αυτά που φέρνουν τις νίκες, αλλά αυτοί που επικαλούνται τους Θεούς και γίνονται πιο δυνατοί στην ψυχή. Η τοποθεσία της Αγίας Μαρίνας, απ’ όπου διέρχεται η αμαξιτή οδός Σκυλλούρας -Φιλιάς δεν συνιστά κάποια στενωπό και δεν ήταν οργανωμένη για άμυνα με οχυρά ή άλλα κωλύματα ώστε να την καθιστούν ισχυρή αμυντικά. Τα κανόνια μας, έξι πυροβόλα των 25 λιβρών του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, παρουσίαζαν συχνές εμπλοκές λόγω φθοράς των κυαθίων του συστήματος οπισθοδρόμησης και της διαδικασίας συμπλήρωσης του ελαίου. Από τα έξι ήταν σε επιχειρησιακή ετοιμότητα συνήθως μόνο τα τέσσερα. Η ενίσχυση της αντιαεροπορικής μας άμυνας από τη ΔΠΒ/ΓΕΕΦ με ένα ουλαμό (2 τετράδυμα πολυβόλα 0,50 χιλ και 2 πυροβόλα 40 χιλ Μπόφορς), από την 195 ΜΕΑ/ΑΠ υπό τον Κύπριο Λοχαγό Χατζηαντωνίου Πέτρο, βελτίωσε το επίπεδο της Α/Α μας προστασίας και έδειχνε ωστόσο τη βαρύτητα που έδιναν τα προϊστάμενα κλιμάκια στην αποστολή μας. Υπό επιχειρησιακό έλεγχο της Πυροβολαρχίας, τέθηκε επίσης και η 198 ΠΟΠ, της οποίας ο διοικητής, Υπολοχαγός Αποστόλου Ευάγγελος, διατέθηκε με διαταγή της 183 ΜΠΠ ως Αξιωματικός Σύνδεσμος στο 11ο Τ.Σ. Στις 04.00 το πρωί στις 14 Αυγούστου, ο ασυρματιστής με τη λέξη «συναγερμός» και «αεροπορία», όπως είχε εντολή συνέγειρε την πυροβολαρχία. Βγήκαν όλοι γρήγορα από τ’ αντίσκηνα τους και άρχισαν να ενισχύουν την παραλλαγή στα πυροβόλα με καινούργιο άχυρο. Οι χειριστές των αντιαεροπορικών ξεσκέπασαν τα όπλα τους από τα καλύμματα, που τοποθετούσαν τη νύχτα λόγω της υγρασίας και έβαλαν  σε κίνηση τους κινητήρες των τετραδύμων πολυβόλων.  Όταν όμως είδαν ότι επικρατούσε ηρεμία άρχισαν δειλά – δειλά να επιστρέφουν στις σκηνές τους, για να συνεχίσουν τον ύπνο τους, όσο ακόμη διαρκούσε η δροσιά. Σε λίγα λεπτά, ένας βαθύς, επίμονος και παρατεταμένος ήχος, που έμοιαζε να προέρχεται από κινητήρα αεροπλάνου, τάραζε τη γαλήνη του Αυγουστιάτικου πρωινού.  Είχε διάρκεια, αλλά δεν φαίνονταν ίχνη στον ουρανό. Από τις προηγούμενες ημέρες είχε ανοίξει ο αεροδιάδρομος της Κύπρου και δεν ήμασταν μακριά από το αεροδρόμιο της Λευκωσίας. Εκτιμούσαμε ότι προέρχονταν από την απογείωση ή προσγείωση κάποιου αεροσκάφους, διότι από τα προϊστάμενα κλιμάκια, ως εκείνη την ώρα, δεν είχαμε προειδοποίηση για ετοιμότητα ή επικείμενη αεροπορική προσβολή. Η ανησυχία όμως κορυφώθηκε, όσο συνεχίζονταν ο θόρυβος αυτός. Η νέα εντολή για πραγματικό συναγερμό με τη λέξη «πόλεμος», έθεσε το προσωπικό σε πλήρη ετοιμότητα. Σε λίγα λεπτά τα εχθρικά αεροπλάνα άρχισαν να μας προσβάλουν με ρουκέτες και βόμβες ΝΑΠΑΛΜ. Η ετοιμότητα όμως της πυροβολαρχίας απέτρεψε τα δυσάρεστα. Γύρω στις 08.00 το πρωί επικοινώνησε μαζί μας και ο διοικητής της Μοίρας, για να μας ανακοινώσει ότι θα πετούσαν πάνω από την Κύπρο ελληνικά μαχητικά αεροσκάφη. Μας έδωσε τα συνθηματικά χρώματα των φωτοβολίδων και τα περιμέναμε με ανακούφιση. Νιώθαμε ως εκείνη την ώρα εγκαταλελειμμένοι, αλλά μόνο η είδηση, άρχισε ν’ αναπτερώνει το ηθικό μας. Όλα όμως αποδείχθηκαν ένα όνειρο. Ένα όνειρο απατηλό, που δεν κράτησε πολύ.  Γύρω στις 11.00, ένα ζεύγος μαχητικών, που δεν μπορούσαμε να ξεχωρίσουμε τα διακριτικά τους,  εμφανίστηκε από την περιοχή της Μόρφου, πετώντας προς την Αγύρτα και τον Πενταδάκτυλο. Πέταξε σε χαμηλό ύψος πάνω από τη θέση της πυροβολαρχίας, χωρίς να μας προσβάλλει. Ο ενθουσιασμός, που επικράτησε ήταν μεγάλος.  Όλοι υποστήριζαν ότι ήταν ελληνικά και βγήκαν από τα ορύγματα. Τα χαιρετούσαν με ενθουσιασμό. Η Ελλάδα έκανε το χρέος της σκεφτόμασταν. Δεν μας ξέχασε. Ήταν στο πλευρό μας. Το ηθικό μας αναπτερώθηκε. Πιστέψαμε ότι ο άνισος αγώνας θα ισορροπούσε. Γρήγορα όμως διαψευσθήκαμε. Τ’ αεροπλάνα αυτά, που εκλήφθηκαν ως ελληνικά και τα χαιρετούσαμε, έκαναν ένα κύκλο στα κατεχόμενα και επέστρεψαν. Βομβάρδιζαν και πολυβολούσαν την πυροβολαρχία με μεγαλύτερη σφοδρότητα. Οι αεροπορικές προσβολές συνεχίστηκαν περιοδικά καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, διότι η θέση της πυροβολαρχίας είχε εντοπισθεί προφανώς από τους Τούρκους αξιωματικούς, οι οποίοι πετούσαν τις προηγούμενες ημέρες με το ελικόπτερο των Ηνωμένων Εθνών, για τη χάραξη της γραμμής αντιπαράθεσης. Την ημέρα αυτή, δεν δεχθήκαμε πυρά αντιπυροβολικού, ούτε εκδηλώθηκε κάποια σοβαρή επιθετική ενέργεια προς την κατεύθυνση μας. Έγιναν μόνο προσπάθειες προώθησης του εχθρού και βελτίωσης των θέσεων του. Η εχθρική όμως  αεροπορία, που είχε την κυριαρχία στον ουρανό, μας προσέβαλε συνεχώς, αλλά χωρίς αποτέλεσμα, λόγω της  ομπρέλας των αντιαεροπορικών μας όπλων. Το βράδυ 14/15 Αυγούστου, μετακινηθήκαμε σε μια ανταλλακτική θέση, 500 μέτρα πιο πίσω και ταχθήκαμε δίπλα από την 198 ΠΟΠ, η οποία από την πρώτη στιγμή είχε αναπτυχθεί εκεί και μας ενίσχυε με τα πυρά της, παρά το μικρό βεληνεκές των πυροβόλων της. Αφού οργανωθήκαμε αμυντικά περιμέναμε να ξημερώσει. Δεν είχαμε κοιμηθεί όλη τη νύχτα. Οι στρατιώτες ήταν σκεφτικοί και αμίλητοι. Περιμέναμε κάποιο αισιόδοξο μήνυμα και προσπαθούσα με κάθε τρόπο να τους ενθαρρύνω, επικαλούμενος την υπέρμαχο στρατηγό. Σε λίγη ώρα θα ξημέρωνε η μεγάλη μέρα της Χριστιανοσύνης. Το Πάσχα του καλοκαιριού. Γιόρταζε η Παναγιά, που ήταν για τον Ελληνισμό το πρότυπο της υπομονής και της εγκαρτέρησης. Ελπίζαμε κάτι να συμβεί, που θ’ ανέτρεπε την κατάσταση. Ζήσαμε όμως στιγμές ανάμεσα στην κόλαση και τους αγγέλους. Βιώσαμε την αγωνία μιας μάχης, η οποία ήταν και η τελευταία πράξη του δράματος, που ζει ακόμη ο Κυπριακός Ελληνισμός. Με το πρώτο φως άρχισαν πιο έντονες οι αεροπορικές επιδρομές, αλλά νιώθαμε πιο ασφαλείς στη νέα θέση. Το ανάγλυφο του εδάφους προσέφερε καλύτερη προστασία. Τα λίγα δέντρα μας εξασφάλιζαν μια υποτυπώδη παραλλαγή και τ’ αντιαεροπορικά όπλα ήταν δύσκολο να εντοπισθούν απ’ την εχθρική αεροπορία. Η ιδέα  του θανάτου, άρχισε  να μας γίνεται συνήθεια. Είχαμε εξοικειωθεί μ’ αυτήν.  Ήμασταν τόσο κουρασμένοι ψυχικά, που ώρες-ώρες, τον βλέπαμε και ως λύτρωση. Η πίστη όμως στο θαύμα της Παναγιάς και η ταύτιση μας με την ιδέα αυτή, έδιωχνε από πάνω μας το φόβο. Οι σκέψεις και το καθήκον απέναντι στην πατρίδα και τις οικογένειες μας, δημιουργούσαν παράξενα συναισθήματα. Το πνεύμα της αυτοθυσίας έγινε έμμονη ιδέα, που νίκησε τελικά το θάνατο. Αυτοί που δεν φοβούνται, όπως αποδείχτηκε, πεθαίνουν μόνο μια φορά. Από το πρωί η τουρκική προέλαση άρχισε να εξελίσσεται με ταχύτερους ρυθμούς και οι αιτήσεις πυρών να πολλαπλασιάζονται.  Γύρω στις 11.30  τα τουρκικά άρματα εισήλθαν στη Σκυλούρα. Μετά την προσβολή και την προσωρινή ανακοπή της κίνησης τους στη γέφυρα έξω από το χωριό, η επικοινωνία με τον αξιωματικό παρατηρητή, που είχε διατεθεί στoν Ουλαμό Αναγνωρίσεως του 286 ΜΤΠ διακόπηκε. Δεν είχαμε καμία ενημέρωση για την προώθηση του εχθρού.  Τα άρματα όμως συνέχισαν την προέλασή τους ανηφορίζοντας προς την Αγία Μαρίνα, αίροντας όλες τις δικές μας αντιστάσεις. Περί την 12.00 ώρα οι Μονάδες ελιγμού, που υπερασπίζονταν την τοποθεσία  άρχισαν να υποχωρούν, αποκαλύπτοντας τη θέση μας. Τα υποχωρούντα τμήματα με τις διοικήσεις τους, επιβαίνοντα οχημάτων, διέρχονταν με μεγάλη ταχύτητα από την περιοχή αναπτύξεως της Πυροβολαρχίας.  Έτρεχαν δαιμονιωδώς και το μόνο που επαναλάμβαναν ήταν: «Φύγετε έρχονται οι Τούρκοι». Ήταν τόσος δε ο πανικός τους, που δεν σταματούσε κανείς, για να μας ενημερώσει ή να μας προσφέρει την υποτυπώδη προστασία και υποστήριξη. Σε λίγη ώρα, περνούσαν με μεγάλη ταχύτητα προς τη Φιλιά το καταληφθέν κατά τον α΄ γύρο των επιχειρήσεων τουρκικό άρμα Μ47 με το διοικητή του ειδικού ουλαμού αναγνωρίσεως και ακολουθούσαν  οχήματα BTR μεταφοράς προσωπικού, που έτρεχαν κι’ αυτά με μεγάλη ταχύτητα, προκαλώντας ένα κλίμα πανικού. Έδιναν την εντύπωση ότι τους καταδίωκαν οι Τούρκοι και περιμέναμε να τους ακολουθούν τα τουρκικά άρματα. Έδωσα εντολή στους αρχηγούς των στοιχείων να ετοιμάσουν στοιχεία για άμεση βολή, αλλά προς αποφυγή του αιφνιδιασμού έστειλα τον αξιωματικό βολής, έφεδρο ανθυπολοχαγό Σταυρή Χαμπή, να προωθηθεί με κάθε επιφύλαξη σε κάποιο από τα υπερκείμενα μπροστά από τα πυροβόλα υψώματα, ώστε να συνεχίσουμε την εκτέλεση παρατηρούμενων βολών και να μη χάσουμε την επαφή με τον εχθρό. Από την ώρα εκείνη, η εχθρική αεροπορία ενέτεινε  τη δραστηριότητα της και μας προσέβαλε με αλλεπάλληλα κύματα, μέχρι που βράδιασε. Μετά την υποχώρηση των Μονάδων ελιγμού, είχαμε μείνει αντιμέτωποι σε πρώτη γραμμή, με τα εχθρικά άρματα. Η εχθρική αεροπορία μας καθήλωσε και κάθε ιδέα υποχώρησης ή μετακίνησης  θα ήταν αυτοκτονία. Τα έξι (6) πυροβόλα των 25 λιβρών με τα προβλήματα που παρουσίαζαν, μόνο ως μουσειακός οπλισμός θα μπορούσαν ν’ αξιοποιηθούν από τους τούρκους, οι οποίοι ήταν εξοπλισμένοι με σύγχρονο αμερικάνικο οπλισμό. Ήμασταν αποφασισμένοι να τα δώσουμε όλα και να διασκορπιστούμε στα γύρω υψώματα, αφού παίρναμε τα κλείστρα και τις διόπτρες. Η Παναγιά όμως έκανε το θαύμα της. Τ’ αντιαεροπορικά υπό τον Κύπριο λοχαγό Χατζηαντωνίου Πέτρο, συνέχιζαν ν’ αντιμετωπίζουν με σθένος τις αεροπορικές επιδρομές και δεν επέτρεπαν στ’ αεροσκάφη να κάνουν βυθίσεις. Είχαμε καθηλωθεί στη θέση αυτή και κανείς δεν μπορούσε να μας προσεγγίσει. Δεν είχαμε ούτε τη δυνατότητα  αναπλήρωσης των πυρομαχικών, εάν δεν έπεφτε το σκοτάδι. Το ανατρεπόμενο επιταγμένο όχημα, που ετοιμάστηκε για να μας φέρει βλήματα καθηλώθηκε πίσω από τα πυροβόλα. Είχαμε ακόμη αρκετά πυρομαχικά, αλλά η κατανάλωση τους γίνονταν με περίσκεψη. Τα δεκατρία άρματα, όπως ανέφερε ο νέος παρατηρητής, ο Σταυρής Χαμπής, προωθήθηκαν προς την Αγία Μαρίνα στο επίμηκες ύψωμα, που αποτελούσε συνέχεια της κάθετης κατάπτωσης πίσω από το χωριό. Το έδαφος από το ύψωμα αυτό άρχιζε να γίνεται κατηφορικό. Ανάμεσα απ’ αυτό και την πυροβολαρχία παρεμβάλλονταν ένα χαμηλό ύψωμα, το οποίο κάλυπτε μόνο τα τέσσερα από τα έξι πυροβόλα. Σε πολύ λίγο χρόνο εκτοξεύονταν το πρώτο βλήμα του κανονισμού, το οποίο, όπως ανέφερε ο παρατηρητής, έπεσε πάνω στα τουρκικά άρματα. Το έδαφος ήταν γνωστό σ’ εμάς και ήταν εύκολος ο προσδιορισμός των στόχων. Μόνο μια πλευρική διόρθωση ζήτησε, δεξιά ή αριστερά πενήντα μέτρα θυμάμαι, για να καλυφθεί όλος ο στόχος. Η δραστική βολή, που ακολούθησε και η πρόσκρουση ενός εκ των αρμάτων σε αντιαρματική νάρκη, ανάγκασε τους τούρκους  να τα εγκαταλείψουν και να  διασκορπιστούν στα γύρω χωράφια. Η αναφορά των αποτελεσμάτων αναπτέρωσε ακόμη περισσότερο το ηθικό των πυροβολητών. Οι βολές συνεχίστηκαν με έντονο ρυθμό, υπό τον έλεγχο του αξιωματικού παρατηρητή, ο οποίος έδινε με πολύ ακρίβεια τις διορθώσεις, όταν απαιτούνταν μέχρι το βράδυ. Δεν είχαμε άλλη επιλογή. Έπρεπε ν’ αναχαιτίσουμε την προέλαση μέχρι να πέσει το σκοτάδι, για να μας δοθεί η δυνατότητα απαγκίστρωσης και μετακίνησης. Αριστερά μας στα υψώματα πίσω από την Αγία Μαρίνα είχε πάρει θέσεις ένας λόχος της 33 ΜΚ, αλλά οι συνεχείς αεροπορικές επιδρομές, που συνεχίστηκαν με σφοδρότητα κατά της πυροβολαρχίας μέχρι το βράδυ, τους είχαν καθηλώσει και δεν επέτρεπαν καμία μετακίνηση.   Για να άρουν προφανώς την αντίστασή μας οι τούρκοι και να συνεχίσουν την προέλασή τους, άρχισαν από την 17.00 ώρα, να υποστηρίζουν την επιθετική τους ενέργεια με πυρά όλμων και πυροβολικού. Τα βλήματα τους, με το χαρακτηριστικό τους ήχο, περνούσαν πάνω από την πυροβολαρχία και έπεφταν στη Φιλιά. Προφανώς δεν υπολόγιζαν τη θέση της Πυροβολαρχίας τόσο προωθημένη. Στο χωριό της Φιλιάς,  συμπτύχθηκε από το μεσημέρι γι’ ανασυγκρότηση το 286 ΜΤΠ, μετά τον αγώνα που έδωσε στη Σκυλλούρα, όπου είχε και τον τελευταίο του νεκρό από βλήμα όλμου ή ρουκέτα εχθρικού αεροσκάφους. Οι ώρες μέχρι να βραδιάσει φαίνονταν ατέλειωτες. Η κούραση ήταν μεγάλη και ο καύσωνας την ενίσχυε ακόμη περισσότερο. Υποφέραμε από τον ήλιο και τη ζέστη. Το νερό λιγόστεψε και η υδροφόρα δεν μπορούσε να μετακινηθεί για ανεφοδιασμό. Τα βλήματα, αν και είχαμε αρκετά, θα τελείωναν με το ρυθμό, που πηγαίναμε. Αισθανόμασταν ως ελεύθεροι πολιορκημένοι. Η ομπρέλα, που σχημάτισαν  τα 4δυμα αντιαεροπορικά πολυβόλα και τα δύο πυροβόλα 40 χιλ Μπόφορς, απέτρεπε κάθε προσπάθεια προσβολής του χώρου από την εχθρική αεροπορία, η οποία επιχειρούσε σε αλλεπάλληλα κύματα. Ο Κύπριος, λοχαγός τότε, Χατζηαντωνίου Πέτρος,  επικεφαλής του Αντιαεροπορικού ουλαμού έδινε ρεσιτάλ. Το θέαμα είναι δύσκολο να το περιγράψει κανείς. Όσοι παρακολουθούσαν από μακριά αυτή την τιτανομαχία δεν περίμεναν να βγούμε ζωντανοί.  Μόνο σε πλάνα κινηματογραφικής ταινίας, αποτυπώνονται τέτοιες σκηνές.  Όλα τα όπλα είχαν συμμετοχή σ’ αυτή τη μάχη. Η εχθρική αεροπορία επιχειρούσε να διασπάσει το φραγμό των αντιαεροπορικών όπλων, για να μας προσβάλλει. Οι τροχιοδεικτικές βολίδες των 4δυμων πολυβόλων με το ίχνος που άφηναν και οι διαρρήξεις των Α/Α βλημάτων των 40 χιλ, σχημάτιζαν μια ομπρέλα προστασίας. Με διάφορους ελιγμούς οι τούρκοι πιλότοι, αφήνοντας πίσω τους μαύρο καπνό, προσπαθούσαν να βγουν από αυτό το φράγμα πυρός και να γλυτώσουν τα αεροσκάφη τους. Πρέπει να είχαν απώλειες. Κάποιοι που παρακολουθούσαν από μακριά τις ανεβάζουν σε τρείς τον αριθμό. Ο ενθουσιασμός των πυροβολητών  κορυφώθηκε και οι βολές των πυροβόλων συνεχίζονταν, χωρίς να επηρεάζονται από τις αεροπορικές προσβολές. Ακόμη και στην καρότσα του επιταγμένου φορτηγού, που ακινητοποιήθηκε πίσω από τα πυροβόλα, είχαν ανεβεί πολλοί και έκαναν πυρά με τ’ ατομικά τους τυφέκια κατά των αεροσκαφών. Σκηνές απείρου μεγαλείου, που ξεπερνούν την ανθρώπινη φαντασία.  Ζούσαμε μεγάλες ώρες και στιγμές. Δεν υπολογίζαμε τον κίνδυνο, γιατί είχαμε συμφιλιωθεί με το θάνατο. Αντιστεκόμασταν, αλλά η Κύπρος χάνονταν. Δεν φαίνονταν βοήθεια από πουθενά. Έφυγαν όλοι και μας άφησαν μόνους. Τα εδάφη που περπατούσαμε χθες, τα πήραν οι Τούρκοι. Η Αγία Μαρίνα τούρκεψε. Τα τουρκικά άρματα ήταν καθηλωμένα έξω από το χωριό. Μία βόμβα ΝΑΠΑΛΜ, που έπεσε αργά το απόγευμα στο κτίριο του υδραγωγείου της Φιλιάς, προκάλεσε αισθήματα ανησυχίας για την τύχη του τηλεφωνητή, ο οποίος ήταν εγκατεστημένος εκεί, αλλά δεν είχαμε θύματα. Η βόμβα διέκοψε οριστικά την τηλεφωνική επικοινωνία που είχα με τη Διοίκηση Πυροβολικού. Την αναμέτρηση αυτή, δύσκολα μπορεί κανείς να την περιγράψει και να τη φανταστεί. Μία  Πυροβολαρχία 25 λιβρών του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, με έξι (6) πυροβόλα, που την ενίσχυε με τα πυρά της η 198 ΠΟΠ με τέσσερα πυροβόλα 75 χιλ, ανέκοψε από το μεσημέρι μέχρι το βράδυ την προέλαση μιας σύγχρονα εξοπλισμένης ταξιαρχίας καταδρομών, η οποία ήταν ενισχυμένη με σύγχρονα τεθωρακισμένα, έχοντας και  τη συνεχή υποστήριξη της τουρκικής αεροπορίας. Μια μερίδα  μάλιστα από τα βλήματα της πυροβολαρχίας 25 λιβρών, τα οποία έφεραν κρουστικό πυροσωλήνα, παρουσίαζε την ημέρα εκείνη πρόωρες διαρρήξεις. Αυτό πιθανόν οφείλονταν  στη μεγάλη ηλικία των πυροσωλήνων τους και λιγότερο στην υπερθέρμανση των σωλήνων των πυροβόλων. Τα βλήματα αυτά με κρουστικό πυροσωλήνα, διαρρηγνύονταν  ως εγκαιροφλεγή,  λίγες εκατοντάδες μέτρα από την έξοδο τους από το σωλήνα. Μ’ αυτά τα πυροβόλα αντισταθήκαμε μ’  επιτυχία, γιατί οι χειριστές τους είχαν ως ύψιστη αξία την αγάπη για την πατρίδα και την ελευθερία.  Αγωνίσθηκαν με τυφέκια, πυροβόλα και πυρομαχικά, που απέσυραν όλοι οι στρατοί του κόσμου μετά το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Νικήσαμε τον υπέρτερο αντίπαλο και όταν ακόμη η επαφή με τους παρατηρητές μας στη Σκυλούρα (286 ΜΤΠ) και τον Κοντεμένο (281 ΤΠ) είχε χαθεί.  Το φιλότιμο,  η ειλικρίνεια, η αδελφοσύνη, η αλληλεγγύη στη μάχη και η πίστη στο θαύμα της Παναγίας, μας ταύτισαν με το θείο και γίναμε ημίθεοι. Έτσι αισθανόμασταν.  Οι ιδέες του υπέρτατου νόμου και του έρωτα στην πατρίδα επικράτησαν της ισχύος του αντιπάλου. Η αντίσταση μας έδωσε τη δυνατότητα στις μονάδες, που ήταν ανεπτυγμένες βόρεια του Κοντεμένου και της Μόρφου να συμπτυχθούν κατά τη νύχτα.  Στις 14 και 15 Αυγούστου του 1974 ζήσαμε τις ιδέες μας υπερασπιζόμενοι την πατρίδα μας και αυτό ήταν για όλους μας η μεγαλύτερη ηθική ικανοποίηση. Κάναμε το χρέος μας και καταλάβαμε την αξία μας.

Privacy Policy Settings